ΟΙ ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΡΥΘΡΕΣ ΤΗΣ ΙΩΝΙΑΣ




Το Ηρώον, το μοναδικό κτίσμα που αποκαλύφθηκε στο χώρο της Αγοράς. Ίσως εδώ να λάτρευαν τον Έρυθρο.















 


Μετάφραση από τα αγγλικά: Ελένη Πετροπούλου

 Σχόλια: Θοδωρής Κοντάρας

   Η αρχαία τοποθεσία των Ερυθρών σήμερα καταλαμβάνεται μερικώς από το μικρό χωριό Ίλντιρι (Λεθρί ή Λυθρί στα νέα ελληνικά), που βρίσκεται 20 χλμ. βορειοανατολικά της φημισμένης παραλίας του Τσεσμέ. Τα τέσσερα νησιά που βρίσκονται στον κόλπο απέναντι από την πόλη ονομάζονταν Ίπποι στην αρχαία ελληνική εποχή. Επιγραφές αναφέρουν ένα ποτάμι, τον Αλέοντα, που σημειώνεται από τον Πλίνιο. Όμως στα νομίσματα των Ερυθρών απεικονίζεται ένα ποτάμι–θεός που ονομάζεται Άξος. Αλλά στην πραγματικότητα υπάρχει μόνο ένας χείμαρρος στις Ερυθρές που χύνεται στον κόλπο του χωριού και σήμερα λέγεται Τσάι.
   Σύμφωνα με τον Παυσανία, οι Ερυθρές ιδρύθηκαν από Κρήτες αποίκους υπό την ηγεσία του Ερύθρου, γιου του Ραδάμανθυ, και ταυτόχρονα κατοικήθηκαν και από Λύκιους, Κάρες και Παμφύλους. Όμως η πόλη των Ερυθρών, όπως σημειώνει ο Παυσανίας, αργότερα ενισχύθηκε από Ίωνες αποικιστές υπό τον Κλέωνα ή τον Κνώπο, απόγονο του μυθικού Αθηναίου βασιλιά Κόδρου. Οι Ερυθρές ανήκαν στο Πανιώνιον που αποτελούσε τον ύψιστο πολιτικό συνασπισμό των πόλεων της Ιωνίας και είχε ήδη ιδρυθεί τον 9ο αιώνα π.Χ.
    Μετά την ίδρυσή της, η πόλη κυβερνήθηκε για καιρό από μέλη του προαναφερθέντος αθηναϊκού βασιλικού οίκου. Ο Αριστοτέλης αναφέρει την ολιγαρχία των Βασιλιδών στις Ερυθρές κατά την αρχαϊκή εποχή.
    Μαζί με την Τέω (κοντά στο σημερινό Σεφερίχισάρ – Σιβρισάρι), οι Ερυθρές έστειλαν Ίωνες ευγενικής καταγωγής, για να ενισχύσουν την ιωνική αποικία στη Φώκαια. Ο ντόπιος ιστορικός Ιππίας ο Ερυθραίος, που έζησε κατά την ελληνιστική περίοδο, αναφέρει ότι ο βασιλέας Κνώπος εκθρονίστηκε από τους τύραννους Ορτύγη, Ίρο και Έχαρο, οι οποίοι ήταν φίλοι των τυράννων της Χίου Αμφίκλου και Πολυτέκνου. Σύμφωνα με τον Ιππία, αυτοί οι τύραννοι που κυβέρνησαν φοβερά δεσποτικά, εκδιώχθηκαν από τον αδελφό του Κνώπου και πέθαναν κατά τη διαφυγή τους. Αυτός ο βασιλιάς, τον οποίο ο Ιππίας πιθανόν συγχέει με τον μυθικό οικιστή Κνώπο, πρέπει να έζησε τον 7ο αιώνα π. Χ., δηλαδή σε μια εποχή, κατά την οποία οι περισσότερες ιωνικές πόλεις είχαν τυραννική διοίκηση. Από το 560 π. Χ. οι Ερυθρές ήταν υπό λυδική κατοχή και μετά το 545 π. Χ. υποτάχτηκαν στους Πέρσες.
    Η πόλη έλαβε μέρος στην Ιωνική Επανάσταση κατά των Περσών (499 π. Χ.) και στη ναυμαχία της Λάδης (494 π. Χ.) με οκτώ πλοία. Στην αθηναϊκή συμμαχία της Δήλου οι Ερυθρές συνεισέφεραν το αξιόλογο ποσό των επτά ταλάντων. Αποχώρησαν από τη συμμαχία πιθανόν το 453 π. Χ. Μαζί με τη Χίο επαναστάτησαν εναντίον της αθηναϊκής ηγεμονίας το 412 π. Χ. και λειτούργησαν σαν βάση για τους Πελοποννησίους. Μετά, συμμάχησαν διαδοχικά με την Αθήνα και την Περσία. Στα μέσα περίπου του 4ου π. Χ. αιώνα ανέπτυξαν φιλική σχέση με τον Μαύσωλο, το βασιλέα της Καρίας. Σε μια επιγραφή προς τιμήν αυτού του μονάρχη που βρέθηκε στο Λυθρί, αποκαλείται ευεργέτης των Ερυθρών. Την ίδια περίπου περίοδο, οι Ερυθρές υπέγραψαν συμφωνία με τον Ερμία, τύραννο της Άσσου και του Αταρνέως στην Αιολίδα, η οποία βασιζόταν στην αμοιβαία βοήθεια σε περίπτωση πολέμου.
    Το 334 π. Χ. η πόλη επανέκτησε την ελευθερία της με τη βοήθεια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος, σύμφωνα με τον Πλίνιο και τον Παυσανία, σχεδίασε την χάραξη μιας διώρυγας στη χερσόνησο της Ερυθραίας, για να συνδεθεί ο κόλπος της Τέω με τον κόλπο της Σμύρνης (περιοχή του Γκούλμπαξέ). Οι Ερυθρές συνδέθηκαν με την Πέργαμο και τη Ρώμη. Μετά το θάνατο του βασιλέως Αττάλου Γ’ το 133 π. Χ., όταν το βασίλειο της Περγάμου είχε κληροδοτηθεί στους Ρωμαίους, οι Ερυθρές άνθησαν ως πόλη προσκείμενη στη ρωμαϊκή επαρχία της Ασίας.
    Το οχυρωματικό τείχος, το οποίο προστάτευε την πόλη των Ερυθρών από την ξηρά, βρίσκεται ακόμη σε πολύ καλή κατάσταση διατηρημένο και δείχνει καλή ισοδομική τοιχοδομία. Έχει πάχος 4-5 μέτρων και περιλαμβάνει αρκετές πύλες. Από τρεις επιγραφές που βρέθηκαν στο Λυθρί, μπορούμε να εικάσουμε ότι το τείχος της πόλης κατασκευάστηκε στο τέλος του 4ου ή στις αρχές του 3ου αιώνα π. Χ. Σε σπίτι κοντά στο καφενείο του Λυθριού, υπάρχει τμήμα μωσαϊκού με βότσαλα, ακόμη στην αρχική του θέση, που απεικονίζει γρυπαετούς και χρονολογείται από την ελληνιστική περίοδο. Το θέατρο που είναι λαξευμένο στη νότια πλευρά της ακρόπολης, έχει υποστεί φοβερές ζημιές κι έχει λεηλατηθεί από τους ντόπιους Έλληνες για το χτίσιμο του Λυθριού. Το υδραγωγείο στα νότια της ακρόπολης διασχίζει τον Αλέοντα ποταμό και χρονολογείται από τη βυζαντινή εποχή. Στο σημερινό Ίλντιρι (δηλαδή το Λεθρί) υπάρχει μικρή αποθήκη με έργα τέχνης που ανακαλύφθηκαν στις Ερυθρές. Τα κιονόκρανα από ανδεζίτη που φυλάσσονται στον κήπο του Αρχαιολογικού Μουσείου Σμύρνης χρονολογούνται από τον 5ο αιώνα π. Χ.
   Η τοποθεσία του ιερού του Τυρίου Ηρακλέους (Ηράκλειον) δεν είναι γνωστή. Ένα λατρευτικό άγαλμα αιγυπτιακού τύπου περιγράφεται από τον Παυσανία και αποτυπώνεται στα νομίσματα της πόλης. Η προφητική Σίβυλλα των Ερυθρών Ηροφίλη είχε πολύ μεγάλη φήμη στον αρχαίο κόσμο. Ήταν η πιο διάσημη μάντισσα μετά από την Κυμαία Σίβυλλα της Ιταλίας. Ο θρόνος της Ηροφίλης λέγεται ότι βρέθηκε στο Ίλντιρι. Το 1891 ανακαλύφθηκε ένα οικοδόμημα που έμοιαζε με Νυμφαίο και είχε αρκετές επιγραφές, μία από τις οποίες αναφερόταν στην ερυθραϊκή καταγωγή της Σίβυλλας Ηροφίλης. Όμως, αυτό το κτίριο δεν έχει αναγνωριστεί ακόμη.
    Οι ανασκαφές, τις οποίες ο υποφαινόμενος συγγραφέας (Εκρέμ Ακουργκάλ) διεξάγει στις Ερυθρές από το 1964 σε συνεργασία με τους αρχαιολόγους Χακί Γκιουλτεκίν και Τζεβντέτ Μπαϊμπουρτλούογλου, έφεραν στο φως σημαντικά ευρήματα που τώρα εκτίθενται στο Αρχ. Μουσείο της Σμύρνης. Η ανασκαφή των τάφρων στην κορυφή του λόφου της ακρόπολης απέφερε έναν μεγάλο αριθμό κεραμικών και μικρών αφιερωμάτων από μπρούντζο και ελεφαντόδοντο, που χρονολογούνται από το 670 έως το 545 π. Χ. Φαίνεται ότι οι Ερυθρές καταστράφηκαν από τους Πέρσες λίγο μετά τα μέσα του 6ου αιώνα π. Χ.
   Ο καταφανής κρητικός και ροδιακός ρυθμός των αγαλματιδίων από ελεφαντόδοντο επιβεβαιώνει τη δήλωση του Παυσανία ότι οι Ερυθρές ιδρύθηκαν αρχικά από τους Κρήτες και κατοικήθηκαν από Λυκίους, Κάρες και Παμφύλους.
    Σύμφωνα με εγχάρακτη επιγραφή σ’ ένα κύπελλο των αρχών του 6ου αιώνα π. Χ., τα αφιερώματα ανήκαν στο ναό της Πολιάδος Αθηνάς που αναφέρεται από τον Παυσανία. Οι μικρές φιγούρες λιονταριών σε μπρούντζο, που χρονολογούνται από το πρώτο μισό του 6ου αιώνα π. Χ., μοιάζουν πάρα πολύ με το άγαλμα του λέοντα που βρέθηκε στο Μπαϊντίρι της Ιωνίας και τώρα βρίσκεται στο Μουσείο Σμύρνης. Είναι τα αρχαιότερα ιωνικά παραδείγματα ενός είδους λιονταριού που χρησιμοποιήθηκε ως μοντέλο από τους Ετρούσκους καλλιτέχνες.
   Στο ίδιο χαντάκι, στην κορυφή της ακρόπολης, ανακαλύφθηκε ένα μνημειακό αρχαϊκό άγαλμα γυναίκας που κι αυτό φυλάσσεται στο Αρχ. Μουσείο Σμύρνης (η κόρη των Ερυθρών). Το καλά διατηρημένο ακέφαλο άγαλμα έχει πιέτες στον χιτώνα, οι οποίες θυμίζουν σαμιακά γλυπτά, όπως η Ήρα του Χηραμύη (σήμερα στο Λούβρο) και τα αγάλματα του Γενέλεω στο Ηραίο της Σάμου. Το ερυθραϊκό άγαλμα είναι έργο άγνωστου καλλιτέχνη της Μικρασίας του 560–550 π. Χ.
Ελένη Πετροπούλου

    Οι παραπάνω πληροφορίες για την αρχαία και βυζαντινή πρωτεύουσα της Ερυθραίας είναι από το βιβλίο του σπουδαίου Τούρκου αρχαιολόγου Εκρέμ Ακουργκάλ (Ekrem Akurgal) «Αρχαίοι πολιτισμοί και ερείπια στην Τουρκία», που κυκλοφορεί στην Τουρκία ήδη από το 1970 σε τέσσερις γλώσσες (τουρκικά, αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά) και είναι πολύτιμος οδηγός για τις μικρασιατικές αρχαιότητες γενικώς. Στο βιβλίο περιέχονται πολύ σημαντικά στοιχεία Αρχαιολογίας και Ιστορίας για μεγάλες και μικρές ελληνικές μικρασιατικές πόλεις που έχουν ανασκαφεί και μελετηθεί μέχρι σήμερα.
    Ο Ακουργκάλ θεωρείται ως ο πατέρας της τουρκικής Αρχαιολογίας, που σφράγισε με την παρουσία, την διδασκαλία και το έργο του την Αρχαιολογία της χώρας του. Γεννήθηκε στη Συρία το 1911, από πολύ εύπορους και μορφωμένους γονείς, σπούδασε στην Πόλη και στη Γερμανία κι έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στο Κορδελιό της Σμύρνης ως το 2002. Καθηγητής του Πανεπιστημίου της Άγκυρας, με διεθνή αναγνώριση, διηύθυνε, εκτός των αναρίθμητων άλλων, σημαντικές ανασκαφές στη Σμύρνη, στη Φώκαια και στις Ερυθρές. Ενδιαφέρθηκε για την ανάδειξη του ελληνικού πολιτισμού των αιολικών και ιωνικών φύλων της Μ. Ασίας, σε καιρούς μεγάλου φανατισμού κατά των Ελλήνων. Υπήρξε, συγκαλυμμένα βεβαίως, φιλέλληνας κι εξέδωσε πολλά βιβλία που αφορούν στους Ίωνες, τους Χετταίους και τους Φρύγες, χωρίς να έχει υποταχτεί στις επιταγές του κεμαλισμού για την ιστορική πραγματικότητα στη γειτονική χώρα.
    Γερμανοτραφής, μεθοδικός και πολύ «επιστημονικός», είχε πλήθος μαθητών που σήμερα κρατούν τα ηνία της τουρκικής Αρχαιολογίας κι έχουν αποσυνδέσει την επιστημονική αλήθεια από κάθε λογής φανατισμούς, εμμονές, σκοπιμότητες, ψεύδη και εθνικιστικές εξάρσεις.
    Η συμβολή του στην ανάδειξη και τη μελέτη του χετταϊκού και του ελληνικού πολιτισμού στη Μικρασία υπήρξε τεράστια και μοναδική. Η Αρχαιολογία τού οφείλει πολλά.
Θοδωρής Κοντάρας