Έιζα Τζένινγκς,ο
σωτήρας των προσφύγων
Του Γιώργου Μουλά, προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου Βόλου
Στην πόλη μας, όπως και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας ζούνε πολλοί
συμπατριώτες μας, οι οποίοι έλκουν την καταγωγή τους, από κάποιον από
τους γονείς ή τους παππούδες τους, από τις περιοχές της Σμύρνης και της
Μικράς Ασίας. Πόσοι όμως γνωρίζουν, ότι οφείλουν την ύπαρξή τους σε ένα
άνθρωπο, ένα ήρωα του εικοστού αιώνα, ο οποίος είναι άγνωστος τόσο στην
Ελλάδα, όσο και στην πατρίδα του; Ο άνθρωπος αυτός, ο οποίος οργάνωσε
και πραγματοποίησε την διάσωση των ελλήνων της Σμύρνης και άλλων
περιοχών τον Σεπτέμβριο του 1922 ήταν ο Έιζα Τζένιγκς (Asa Jennings).
Ποιος ήταν ο Έιζα Τζένιγκς (Asa Jennings) και ποιος ο ρόλος του; Ο
Τζένιγκς (1877-1933) ήταν ένας αμερικανός πρώην Μεθοδιστής Πάστορας από
το Upstate της Νέας Υόρκης. Ήταν μέλος της YMCA – Υ (Χριστιανική Ένωση
Νέων Ανθρώπων) . Το 1904 σε ηλικία 28 ετών προσβλήθηκε από φυματίωση
σπονδυλικής στήλης με αποτέλεσμα να αποκτήσει μία τεράστια καμπούρα και
να του περιορίσει το ύψος στο 1,60 μέτρα. Άρχισε την διεθνή καριέρα του
το 1918 στη Γαλλία και μετά στην Τσεχοσλοβακία. Το Αύγουστο 1922 στην
Σμύρνη ανέλαβε την τοπική YMCA, αφού ο διευθυντής της πήγε διακοπές.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1922 οι πρώτοι Τούρκοι στρατιώτες μπήκαν στην
Σμύρνη. Η πόλη διαγουμήθηκε με αηδιαστική βαναυσότητα και μετά στις 13
Σεπτεμβρίου παραδόθηκε στις φλόγες. Παρ’ όλο, που όλοι οι Αμερικανοί και
Αγγλοι πολίτες εγκατέλειψαν την Σμύρνη, ο Τζένιγκς αποφάσισε να
παραμείνει για να δει τι μπορούσε να κάνει σε αυτές τις απελπιστικές
καταστάσεις. Προηγουμένως, όταν ο ελληνικός στρατός εγκατέλειψε την
Σμύρνη είχε οργανώσει την «Επιτροπή Σωτηρίας» παρέχοντας ανθρωπιστική
βοήθεια και οργανώνοντας ένα Σταθμό Πρώτων Βοηθειών για τις έγκυες
γυναίκες σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι πλούσιου έλληνα στην προκυμαία.
Ακόμη και ο αμερικανός πρόξενος G. Horton παντρεμένος με ελληνίδα
είχε φύγει χωρίς να κάνει τίποτε. Χωρίς διπλωματική αποστολή ο Τζένιγκς
δεν είχε να υπακούει πουθενά, βλέποντας δε, τι συνέβαινε στην πόλη, πήρε
το αυτοκίνητο της YMCA και επισκέφθηκε τον Μουσταφά Κεμάλ. Αργότερα
είπε, ότι αισθάνθηκε το χέρι του Θεού στον ώμο του ενώ έγραψε: «Μου
φαινόταν, ότι τα τρομερά, αγωνιώδη, απελπισμένα ουρλιαχτά, που
εκλιπαρούσαν για βοήθεια δεν θα έπαυαν να με κυνηγάνε σε όλη μου την
ζωή».
Ο Κεμάλ του έθεσε όρους. Ο Τζένιγκς είχε επτά ημέρες προθεσμία να
απομακρύνει 250.000 πρόσφυγες από την Σμύρνη. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν
δυνατόν να παραμείνουν στην πόλη χωρίς τις στοιχειώδεις ανάγκες σε
τροφή, νερό, αποχέτευση και ασφάλεια, αντιμετωπίζοντας τις βιαιοπραγίες
των τούρκων ένστολων και μη. Διαφορετικά, θα μεταφερόταν στο εσωτερικό
της Τουρκίας για να εξοντωθούν σταδιακά στις πορείες, όπως είχε γίνει
πριν λίγα χρόνια με τους Αρμενίους.
Επίσης, ο Κεμάλ ζήτησε καμία ελληνική σημαία να υπάρχει στα πλοία, αν
ερχόντουσαν, διότι αυτό θα εξόργιζε τους τούρκους στρατιώτες. Επίσης,
κανένα πλοίο θα έδενε στην αποβάθρα και κανένας άνδρας ηλικίας 17-45
ετών θα έφευγε μήπως καταταγούν σε νέο στρατό εισβολής. Οι άνδρες θα
πήγαιναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για την αποκατάσταση ζημιών του
πολέμου. Ο Τζένιγκς αποδέχτηκε θέλοντας και μη την συμφωνία, άφησε το
αυτοκίνητό του στο λιμάνι και πήγε στο πολεμικό πλοίο Edsall από τον
καπετάνιο του οποίου, Powell, ζήτησε και έλαβε μία άκατο με αμερικανό
πηδαλιούχο. Κατ’ αρχάς, πήγε στο γαλλικό εμπορικό πλοίο "Pierre Loti",
που διέθετε άφθονο χώρο για την μεταφορά προσφύγων. Ο γάλλος καπετάνιος
αρνήθηκε. Μετά πήγε σε ένα ιταλικό πλοίο το Constantinople.
Ο καπετάνιος δέχτηκε να μεταφέρει 2.000 άτομα έναντι αμοιβής 5.000
λιρών για τους πρόσφυγες και 1000 λιρών για τον ίδιο. Ο Τζένιγκς, ένας
άνθρωπος ρεαλιστής, πλήρωσε και φόρτωσε 2000 γυναικόπαιδα και
ηλικιωμένους, αφού έλαβε άδεια από τις τουρκικές αρχές και τον ιταλό
πρόξενο και απέπλευσε με την συνοδεία αμερικανικού αντιτορπιλικού.
Λίγο πριν φύγει ο Powell τον πληροφόρησε, ότι έλαβε τελικά την άδεια
από τον Κεμάλ για ελληνικά πλοία να εισέλθουν στο λιμάνι της Σμύρνης.
Επίσης, του έδωσε δύο έγγραφα, το ένα για να αποβιβάσει τους πρόσφυγες
υπό την αιγίδα του Ερυθρού Σταυρού και με το άλλο τον εξουσιοδοτούσε να
ενεργήσει, όπως αυτός θα έκρινε σε κάθε περίσταση εκτάκτου ανάγκης.
Φθάνοντας
στη Μυτιλήνη, ο Τζένιγκς είδε, ότι ο κύριος όγκος του στόλου, που
μετέφερε τον ελληνικό στρατό ήταν εκεί. Κάνοντας χρήση του δευτέρου
εγγράφου επισκέφθηκε τον στρατηγό Φράγκου, διοικητή Στρατιάς και πλοίων,
και τον ρώτησε αν τα πλοία αυτά μπορούσαν να σταλούν στην Σμύρνη. Ο
στρατηγός ήθελε να στείλει έξι πλοία με την προϋπόθεση να έχει γραπτή
εγγύηση, ότι θα προστατευθούν και ότι θα επιστρέψουν.
Ο Τζένιγκς επέστρεψε αμέσως στην Σμύρνη μέσα σε τρείς ώρες και αφού
έλαβε γραπτή δήλωση του Powell επέστρεψε με αυτή στον Φράγκου στην
Μυτιλήνη. Ο Φράγκου διάβασε το έγγραφο του Τζένιγκς αλλά απάντησε, ότι
υπήρχε κίνδυνος οι Τούρκοι να καταλάβουν τα πλοία και να αποβιβαστούν
στη Χίο και Μυτιλήνη. Ο Τζένιγκς υποσχέθηκε, ότι θα συνόδευε ο ίδιος το
πλοία στην είσοδο και έξοδο από το λιμάνι αλλά αυτό δεν φάνηκε αρκετό.
Παράλληλα, ετοιμαζόταν πραξικόπημα των στρατιωτικών, στο οποίο ο Φράγκου
συμμετείχε και το οποίο έγινε τέσσερεις ημέρες αργότερα.
Βγαίνοντας πολύ πρωί στο λιμάνι, ο Τζένιγκς απογοητευμένος και
εξοργισμένος με τον Φράγκου είδε να εισέρχεται ένα ελληνικό πολεμικό
πλοίο το «Κιλκίς». Ο Τζένιγκς βρήκε τον έλληνα κυβερνήτη Θεοφανίδη, ο
οποίος ήταν πρόθυμος να βοηθήσει ακόμα και αν ένας ανώτερος του είχε
απορρίψει τον Τζένιγκς. Έγραψαν μαζί ένα μήνυμα, που εστάλη
κωδικοποιημένο στις Αρχές στην Αθήνα. Το μήνυμα έλεγε: «Εν ονόματι του
ανθρωπισμού αποστείλατε άνευ καθυστερήσεως είκοσι σκάφη ευρισκόμενα εδώ
και αδρανούντα δια να παραλάβουν λιμοκτονούντας Έλληνας πρόσφυγες εκ
Σμύρνης. Έιζα Τζένιγκς. Αμερικανός πολίτης». Η απάντηση ήταν ποιος είναι
αυτός.
Ο Τζένιγκς απάντησε, ότι ήταν ο πρόεδρος της Αμερικανικής Επιτροπής
Περίθαλψης στην Μυτιλήνη. Η πρώτη απάντηση ήταν, ότι ο πρωθυπουργός
κοιμάται. Ο Τζένιγκς απαίτησε να τον ξυπνήσουν. Στο επόμενο μήνυμα έλεγε
ότι ο πρωθυπουργός είχε να συγκαλέσει Υπουργικό Συμβούλιο και ρωτούσαν
ποια προστασία προσέφερε στα ελληνικά πλοία. Ο Τζένιγκς απάντησε, ότι
αμερικανικά πολεμικά θα τα προστάτευαν στην είσοδο και έξοδο από την
Σμύρνη.
Ο Τζένιγκς ρωτήθηκε εκ νέου αν «τα αμερικανικά αντιτορπιλικά θα
προστατεύσουν τα πλοία εάν οι τούρκοι προσπαθήσουν να τα καταλάβουν». Ο
Τζένιγκς μπορούσε να μην εγγυηθεί αλλά απάντησε υπεκφεύγοντας: «Καθόλου
χρόνος για συζήτηση λεπτομερειών. Οι παρεχόμενες εγγυήσεις θα πρέπει να
θεωρηθούν ικανοποιητικές». Τέλος ο πρωθυπουργός και το Υπουργικό
Συμβούλιο απάντησαν, ότι κανένα πλοίο δεν μπορούσε να πάει στην Σμύρνη.
Στις 4μμ της 23ης Σεπτεμβρίου 1922 με τις διαπραγματεύσεις στο
αδιέξοδο ο Τζένιγκς έστειλε μήνυμα στο Υπουργικό Συμβούλιο, ότι αν δεν
λάβει ευνοϊκή απάντηση μέχρι τις 6μμ θα τηλεγραφούσε χωρίς κώδικα, έτσι
ώστε το μήνυμα να γίνει γνωστό παντού, ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν
επέτρεπε ελληνικά πλοία να σώσουν έλληνες πρόσφυγες, που τους περίμενε
βέβαιος θάνατος ή ακόμα χειρότερα. Ο εκβιασμός έπιασε!
Λίγο πριν τις 6μμ ήλθε η απάντηση: «Όλα τα πλοία τίθενται υπό τις
διαταγές σας για να απομακρυνθούν οι πρόσφυγες από την Σμύρνη». Ο
Τζένιγκς είχε γίνει ναύαρχος όλου του ελληνικού στόλου! Ο κυβερνήτης
Θεοφανίδης συγκάλεσε συγκέντρωση των καπετάνιων των εμπορικών πλοίων στο
«Κιλκίς», όπου τους ανακοίνωσε να ετοιμάσουν τα πλοία μέχρι τα
μεσάνυκτα, διαφορετικά θα περνούσαν Στρατοδικείο με συνοπτικές
διαδικασίες. Εννέα πλοία, «Τα πλοία της Συμπόνιας», απέπλευσαν τα
μεσάνυκτα με τον Τζένιγκς στο προπορευόμενο «Προποντίς» με αμερικανική
σημαία. Ο στόλος, συνάντησε το αμερικανικό Lawrence, ο καπετάνιος του
οποίου κάλεσε τον Τζένιγκς να συνεχίσει το ταξίδι του με αυτόν. Ο
Τζένιγκς αρνήθηκε και παρέμεινε στη γέφυρα του «Προποντίς».
Εν τω μεταξύ οι Τούρκοι χαλάρωσαν τα μέτρα, επέτρεψαν τα πλοία να
δέσουν στην προβλήτα του σιδηροδρόμου και επιμήκυναν την προθεσμία από 7
σε 11 ημέρες.
Στις 24 Σεπτεμβρίου 1922 οι πρώτοι πρόσφυγες, ηλικιωμένοι, γυναίκες
και παιδιά είχαν διασωθεί. Στις 26 Σεπτεμβρίου ο Τζένιγκς επέστρεψε με
17 πλοία, ενώ την επομένη τρίτη ημέρα ήλθε και ένας μεταγωγικός στόλος
ναυλωμένος από Βρετανούς . Μέχρι την 1η Οκτωβρίου 1922, 180.000
πρόσφυγες είχαν μεταφερθεί από την Σμύρνη.
Το τελευταίο πλοίο απέπλευσε 6 ώρες πριν την εκπνοή της τουρκικής
διορίας. Κατόπιν, ζητήθηκε διορία για άλλες 8 ημέρες, κατά τις οποίες τα
ελληνικά πλοία μετέφεραν και άλλους πρόσφυγες από τα κοντινά λιμάνια
του Αϊβαλί, Βουρλών και Τσεσμέ, όπου περίμεναν για δύο εβδομάδες ,
ανεβάζοντας τον αριθμό στις 250.000. Επειδή, υπήρχαν εκκλήσεις και από
άλλα λιμάνια, από την Συρία μέχρι τον Εύξεινο Πόντο, η ελληνική
κυβέρνηση, που στο μεταξύ είχε αλλάξει, αύξησε τον στόλο σε 55 πλοία,
μεταφέροντας μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου 500.000 πρόσφυγες.
Αργότερα η Ελληνική Κυβέρνηση όρισε τον Τζένιγκς σαν εκπρόσωπο για
τον επαναπατρισμό των αιχμαλώτων στην Συνθήκη της Λωζάνης, όπως και η
Τουρκία τον όρισε με απόφαση του Κεμάλ.
Για τις υπηρεσίες του στην
Ελλάδα, ο Τζένιγκς τιμήθηκε ταυτόχρονα με το υψηλότερο στρατιωτικό
παράσημο, το Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας και με την υψηλότερη πολιτική
διάκριση. Ήταν η πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία, που ένα πρόσωπο
ελάμβανε ταυτόχρονα αυτά τα μετάλλια. Όταν επισκέφθηκε την Ελλάδα, οι
πρόσφυγες τον αναγνώρισαν από την καμπούρα του, τον αποκαλούσαν ναύαρχο
και του φιλούσαν τα χέρια.
Ένας άνθρωπος, που δεν προοριζόταν να παίξει κάποιο ρόλο στην ιστορία
έσωσε, με μία ηρωική πράξη εκατοντάδες χιλιάδες έλληνες και αρμένιους.
Αποδεικνύεται για άλλη μια φορά, ότι οι περιστάσεις κάνουν τους ήρωες
και ότι σύμφωνα με ένα αμερικανικό ρητό, που χρησιμοποιήθηκε για αυτόν,
«μέσα στη καρδιά κάθε ανθρώπου κοιμάται ένα λιοντάρι».
Ο Τζένιγκς ένας καμπούρης, κατώτερος υπάλληλος της ΧΑΝ –YMCA, που
τυχαία βρέθηκε στην Σμύρνη, χρησιμοποιώντας δωροδοκίες, ψέματα και
τελικά μία μπλόφα – εκβιασμό κατάφερε να αλλάξει τον ρου της ιστορίας.
Στην Ελλάδα λίγοι γνωρίζουν το όνομά του. Ακόμη και σε μέρη, όπου
έχουν εγκατασταθεί μικρασιάτες πρόσφυγες. Δεν υπάρχουν μνημεία ή έστω
ονόματα δρόμων ή πλατειών προς τιμή του. Το ίδιο και στο Βόλο. Θα πρέπει
σαν ύστατος φόρος τιμής τουλάχιστον ο Δήμος Βόλου να τιμήσει τον άνδρα
αυτόν, που έσωσε χιλιάδες από τους συμπολίτες μας το 1922.